τότε

τότε
τότε, [dialect] Dor. [full] τόκᾰ (q. v.) (both forms in Pi. (
A

τότε P.2.89

,

τόκα O.6.66

) and Theoc. (

τότε 13.23

,

τόκα 7.154

)); [dialect] Aeol. [full] τότᾰ Alc. Oxy.1789 Fr.1i12 (τόκα acc. to codd. of Theoc.29.39, cf. ποτα, ὄτα):—Adv. at that time, then, corresponding to Relat. ὅτε or ὁπότε (infr. 1.5), and to interrog. πότε; mostly of some point in past time, opp. νῦν, Il.15.724, etc.: c. gen.,

τ. τοῦ χειμῶνος Th.7.31

: also of a future time,

τότε κέν μιν . . πεπίθοιμεν Il. 1.100

, cf. 4.182;

λέξεις καὶ τότ' εἴσομαι S.OT1517

(troch.) (or of imagined circumstances, in that case (cf.

νῦν 1.4

), Pl.R. 334c); sts., then, next, πρῶτον μὲν . . , εἶτα . . , καὶ τ . . . D.24.48:—in Trag. and [dialect] Att. also in indef. sense, formerly,

καὶ νῦν θ' ὁμοίως καὶ τότ' ἐξεπίσταμαι S.El.907

, cf. Ant.391, Aj.650, Ar.Pl.1117, Lys. 1023 (lyr.);

ὃ δὴ καὶ τότε ἐλέγομεν

just now,

Pl.Tht.157a

; τ. μὲν . . , νῦν δὲ . . A.Ag.799 (anap.), cf. E.Alc.915 (anap.);

νῦν . . τότ' Id.Med.1402

(anap.);

ὁμοῖοι καὶ τ. καὶ νῦν Th.1.86

, cf. 3.40, D.6.12; also

τότ' ἢ τόθ', ὅτε τὸ κύριον μόλῃ

at one time or other,

A.Ag.766

(lyr.);

συμφοραὶ . . βροτοῖσιν ἢ τότ' ἦλθον ἢ τ. E.Andr.853

.
2 joined with other Particles, καὶ τ. even then, or (at the beginning of a clause) and then, Il.16.691, Hes. Op.536, etc.;

καὶ τ. δή Il.1.92

, Od.8.299;

καὶ τότ' ἔπειτα Il.1.426

;

καὶ τ. μέν 21.40

;

δὴ τ. Hes.Op. 417

, Pi.O.3.25, A.Th.214 (lyr.), etc.;

τ. δή ῥα Od.9.52

;

τ. γ' Il.3.224

, Od.12.250;

δὴ τ. γ' 15.228

; τ. δ' ἤδη by that time, Il.2.699; ἀλλὰ τότ' ἤδη when that time comes, Hes.Op.588, cf. A.Pr.911, Lys. 12.66, etc.: repeated with emphasis,

τότ' ἄρα τ. S.Ant. 1273

(lyr.);

τ. δὴ τ. D.18.47

.
3 with the Art., ἄνδρες οἱ τ. people then living, the men of that time, Il.9.559, etc.;

οἱ τότ' ἐόντες ἀοιδοί Pi. I.4(3).27(45)

;

ὁ τ. τυραννεύων Hdt.1.20

;

οἱ τ. ἄνθρωποι Id.8.8

;

ἡ τ. ἀρωγή A.Ag.73

(anap.);

τῇ τόθ' ἡμέρᾳ S.El.1134

;

ὁ τ. κόσμος 2 Ep.Pet.3.6

;

ἐν τῷ τ. Th.1.92

, Pl.Criti.110d; ἐν τῷ τ. χρόνῳ ib. 111e (χρόνῳ om. cod. A), Plt.270e;

εἰς τὸν τ. χρόνον Id.Lg.740c

.
4 εἰς τ. with [tense] fut., on the day, then (v.

εἰς 11.2

), ἔμπροσθεν τοῦ ἀγῶνος ἐμανθάνομεν . . ἂν μάχεσθαι . . , μιμούμενοι πάντα ἐκεῖνα ὁπόσοις ἐμέλλομεν εἰς τ. χρήσεσθαι ib.830b, cf. D.14.24
, etc.; ἐκ τ. or ἔκτοτε (q. v.) from that time, Plu.Caes.48, Arr.An.1.26.4; so

ἀπὸ τ. LXXPs. 92(93).2

, Ev.Matt.4.17.
5 in apodosi, answering to ὅτε, S.OC 778, etc.; to ὅταν, A.Ag.971, Ar.Av.1116 (troch.); to ὁππότε, Il. 16.244, Od.23.257; to ὁππότε κεν or ὁπότ' ἂν δή, Il.9.702, 21.341; to ἀλλ' ὅτε δή, ib.451; to εἰ, 4.36; to ἐπεί κε, 11.192; to ἡνίκα, S.Aj.773: also after a part., like εἶτα, πάντα ἐάσαντες καὶ μόνον οὐχὶ συγκατασκευάσαντες αὐτῷ τ . . . ζητήσομεν; D.3.17, cf. 9.73 (interpol.), etc.: freq. joined with other Particles, δὴ τ. after η ος, Il.1.476; after αὐτὰρ ἐπεί, 12.17; after ὁππότε κεν, Od.10.294; also καὶ τ. δή after ἦμος, Il.8.69, Od.9.59; after ἀλλ' ὅτε δή, Il.22.209, Od.4.461; δή ῥα τ. after εὖτ' ἄν, Hes.Op.565; τότ' ἔπειτα after αὐτὰρ ἐπὴν δή, ib.616; καὶ τότ' ἔπειτα after ἦμος, Il. 1.478.
II later for ὅτε, Nic.Al.422,595.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • τοτέ — at times indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τότε — at that time indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τότε — ΝΜΑ, και (ε)τότες και (ε)τότενες Ν, και δωρ. τ. τόκα και αιολ. τ. τότα και τύτε Α 1. (συσχετικό προς το πότε, οπότε, ὅτε) σ εκείνο το χρονικό σημείο τού παρελθόντος ή τού μέλλοντος, σ εκείνη την περίσταση (α. «κι οι αντρειωμένοι πήρανε τότες χαρά …   Dictionary of Greek

  • τοτέ — Α επίρρ. ενίοτε, μερικές φορές, άλλοτε μεν άλλοτε δε («ἡ vῡv τοτὲ μὲν κακόφρων τελέθει, τοτὲ δ ἐκ θυσιῶν ἀγανὴ σαίνουσα», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τότε με καταβιβασμό τού τόνου] …   Dictionary of Greek

  • τότε(ς) — επίρρ. χρον. 1. εκείνη τη στιγμή, σ΄ εκείνη την περίσταση: Σηκώθηκε τότε και είπε. 2. σ΄ αυτή την περίπτωση, λοιπόν: Αν είναι έτσι, τότε να φύγω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Τότε μοι χάνοι ἐρεῖα χθών. — τότε μοι χάνοι ἐρεῖα χθών. См. Чтоб мне сквозь землю провалиться! …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • τοθ' — τοτέ , τοτέ at times indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοτ' — τοτέ , τοτέ at times indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τό τ' — τότε , τότε at that time indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τό τε — τότε , τότε at that time indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τότ' — τότε , τότε at that time indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”